πεδινοῦ

πεδινοῦ
πεδινός
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Verwaltungsgliederung von Limnos — Die Gemeinde Limnos (griechisch Δήμος Λήμνου) wurde auf Grund des Kallikratis Programms aus den vier Vorgängergemeinden Myrina, Atsiki und Nea Koutali und Moudros der griechischen Insel Limnos zum 1. Januar 2011 gebildet. Sie umfasst die… …   Deutsch Wikipedia

  • κήπος — Η τροποποίηση των φυσικών χαρακτηριστικών του εδάφους, σύμφωνα με ένα προκαθορισμένο σχέδιο και με τελικό σκοπό την επίτευξη ενός ευχάριστου στην όψη αισθητικού αποτελέσματος. Πραγματοποιείται με την εγκατάσταση χλοοταπήτων, καλλωπιστικών δέντρων …   Dictionary of Greek

  • ρυμός — ο / ῥυμός, ΝΜΑ 1. μικρό επίμηκες ξύλο, κάθετο στον άξονα άμαξας, από τις δύο πλευρές τού οποίου ζεύονται τα ζώα, τιμόνι 2. το ξύλινο ή μεταλλικό πρόσθιο άκρο τού αρότρου στο οποίο προσαρμόζεται ο ζυγός και το οποίο χρησιμεύει για την έλξη του… …   Dictionary of Greek

  • ρυταγωγούμενος — η, ο, Ν 1. (για άλογο) (παλαιότερα, στην ομοζυγία τού πεδινού πυροβολικού) αυτός που δεν ιππευόταν αλλά τόν οδηγούσε ο ελάτης τού αριστερού αλόγου με ρυταγωγέα και μαστίγιο 2. (κατ επέκτ.) κάθε άλογο που οδηγείται από ιππέα διαφορετικού αλόγου.… …   Dictionary of Greek

  • σελλίσκη — και σελίσκη, η, Ν [σέλ(λ)α] 1. τμήμα τής σαγής σε σχήμα μικρής σέλας που χρησιμεύει για την συγκράτηση τής σαγής, τών ηνίων και τής ιππουρίδας πάνω στην ράχη τού υποζυγίου και το οποίο φέρει τις πεταλοθήκες 2. στρ. μικρή σέλα που τοποθετούσαν… …   Dictionary of Greek

  • Αετού, δήμος — Ονομασία δύο δήμων. 1. Νέος δήμος (3.264 κάτ.) του νομού Μεσσηνίας, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Αγριλιάς, Αετού, Αρτικίου, Γλυκορρυζίου, Καμαρίου, Κεφαλόβρυσης, Κοπανακίου, Κρυονερίου,… …   Dictionary of Greek

  • Γαλλικού, δήμος — Νέος δήμος (7.279 κάτ.) του νομού Κιλκίς, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Γαλλικού, Καμπάνη, Μανδρών, Νέας Σάντας, Πεδινού και Χρυσοπέτρας, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα του δήμου ορίστηκε ο… …   Dictionary of Greek

  • Ινδονησία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδονησίας Έκταση: 1.919.440 τ. χλμ. Πληθυσμός: 228.437.870 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Τζακάρτα (8.389.443 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Έχει χερσαία σύνορα (σε διαφορετικά νησιά) με τη… …   Dictionary of Greek

  • Καρδίτσης, νομός — Διοικητική διαίρεση (2.576 τ. χλμ., 129.541 κάτ.) της περιφέρειας Θεσσαλίας με πρωτεύουσα την Καρδίτσα. Συνορεύει στα Β με τον νομό Τρικάλων, στα Α με τον νομό Λαρίσης, στα ΝΑ με τον νομό Φθιώτιδος, στα Ν με τους νομούς Ευρυτανίας και… …   Dictionary of Greek

  • Νέας Κούταλης, δήμος — Νέος δήμος (473 κάτ.) του νομού Λέσβου, που συστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τις πρώην κοινότητες Αγκαρυώνων, Καλλιθέας, Κοντιά, Λιβαδοχωρίου, Νέας Κούταλης, Πεδινού, Πορτιανού και Τσιμανδρίων, οι οποίες καταργήθηκαν. Έδρα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”